powered by Agones.gr - livescore

Σάββατο

Πόσο κοστίζει η δικαιοσύνη στην Ελλάδα;

Μαρία Ζαχαροπούλου
«Το τελευταίο καταφύγιο του πολίτη είναι η Δικαιοσύνη». Μπορεί, η φράση αυτή να ακούγεται κλισέ, αλλά είναι γεγονός, πως οι περισσότεροι όταν φτάνουν σε αδιέξοδο βλέπουν ως μονόδρομο την προσφυγή τους στη δικαιοσύνη για να βρουν λύση στο πρόβλημα που τους
βασανίζει.
Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα, τις περισσότερες φορές, έρχεται να διαλύσει τις ελπίδες για άμεση λύση μικρών αλλά και μεγαλύτερων προβλημάτων. Και αυτό γιατί, σύντομα ανακαλύπτουν πως η δικαιοσύνη δεν είναι μόνο αργή αλλά και ακριβή. Τα έξοδα είναι τεράστια και μετά από μακροχρόνιους δικαστικούς αγώνες, αυτό που μένει στον πολίτη είναι η ταλαιπωρία και το πολυέξοδο της διαδικασίας. Σύμφωνα με μελέτη της Εταιρείας Δικαστικών Μελετών, ο μέσος πολίτης καταβάλλει 309 ευρώ ανά υπόθεση που φτάνει στα δικαστήρια. «Σε πολλές περιπτώσεις η πρόσβαση του πολίτη στη δικαιοσύνη είναι πολύ ακριβή. Και τη μεγαλύτερη ευθύνη την έχει το ίδιο το κράτος, το οποίο αποφασίζει πολλές φορές για φοροεισπρακτικούς λόγους, άλλες για εξοικονόμηση δαπανών και κάποιες φορές για να αποτρέψει τους πολίτες να καταφύγουν στη δικαιοσύνη», λέει αρμόδια πηγή.
Εν μέσω οικονομικής κρίσης, οι πολίτες που θέλουν να προσφύγουν στη δικαιοσύνη έρχονται αντιμέτωποι με ένα τιμολόγιο… φωτιά, καθώς τα δικαστικά έξοδα αυξήθηκαν κατακόρυφα. Για παράδειγμα,  τα παράβολα για την κατάθεση μήνυσης έχουν αναπροσαρμοστεί από τα τέλη του 2010, από 10 σε 100 ευρώ και το παράβολο για τη δήλωση παράστασης πολιτικής αγωγής, από 5 σε 50 ευρώ.
Την ίδια ώρα, στις αστικές διαδικασίες, η κατάθεση της έφεσης απαιτεί παράβολο 200 ευρώ, η κατάθεση της αναίρεσης 300 ευρώ και η κατάθεση της αίτησης αναψηλάφησης 400 ευρώ. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν είναι παραδεκτή και απορρίπτεται. Το ποσοστό του δικαστικού ενσήμου επί του ζητούμενου κεφαλαίου με την άσκηση της αγωγής διπλασιάστηκε.

Αν, για παράδειγμα, κάποιος ζητάει με την αγωγή του να του επιδικασθεί το ποσό των 200.000 ευρώ θα πρέπει να καταβάλει μόνο για δικαστικό ένσημο περίπου 200 ευρώ, ενώ με το προηγούμενο καθεστώς κατέβαλε τα μισά. Το νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης που θεωρητικά θα μείωνε τα δικαστικά παράβολα, παρότι βγήκε σε διαβούλευση από τα τέλη Ιουνίου, ακόμα δεν έχει φθάσει στη Βουλή και είναι άγνωστος ο χρόνος που θα συμβεί αυτό.

Καθημερινές ιστορίες… τρέλας στις δικαστικές αίθουσες

Το κόστος για την τσέπη του πολίτη αυξάνεται δραματικά αν στα δικαστικά γραμμάτια και τα παράβολα προστεθούν, η αμοιβή του δικηγόρου και τυχόν σύνταξη κάποιας πραγματογνωμοσύνης.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στις κακουργηματικές υποθέσεις, που είναι υποχρεωτική η παρουσία συνηγόρου, οι περισσότεροι κατηγορούμενοι δεν έχουν χρήματα ούτε για το γραμμάτιο της αμοιβής των δικηγόρων και γι’ αυτό καταφεύγουν στους αυτεπάγγελτα διοριζόμενους δικηγόρους, που τους διορίζουν δηλαδή,  τα ίδια τα δικαστήρια και πληρώνονται από τους κωδικούς του υπουργείου δικαιοσύνης. Να σημειώσουμε, όμως, ότι και οι πόροι του υπουργείου φαίνεται πως δεν επαρκούν πια, με αποτέλεσμα η πληρωμή των δικηγόρων να καθυστερεί πολλούς μήνες.

Προσθήκη λεζάντας
Καθημερινά, επίσης, αναβάλλονται ή ματαιώνονται υποθέσεις που εκκρεμούν στα δικαστήρια μεταξύ ιδιωτών ή και επαγγελματιών, αφού δεν έχουν χρήματα για να πληρώσουν παράβολα και δικηγόρους. «Όταν μαζέψουμε τα χρήματα θα επανέλθουμε», λένε αφήνοντας πίσω τους ανοικτές υποθέσεις περιουσιακών διαφορών που μπορεί να... σέρνονται στα δικαστήρια ακόμη και δέκα χρόνια (!) αλλά και οικονομικές διεκδικήσεις.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση επιχειρηματία ο οποίος δεν κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσό των 3.000 ευρώ, που απαιτούσε το παράβολο, ώστε να παρασταθεί ο δικηγόρος του σε δικαστήριο για πρόστιμο που του είχε επιβληθεί. Το αποτέλεσμα ήταν ο επιχειρηματίας να ερημοδικαστεί με την προσφυγή του να θεωρείται απαράδεκτη και το πρόστιμο, που ξεπερνούσε τις 150.000 ευρώ, να παραμείνει απαιτητό. «Ο επιχειρηματίας, χωρίς να καταφέρει να το παλέψει στα δικαστήρια, υπέστη οικονομικό θάνατο, καθώς υποχρεώθηκε να κλείσει την επιχείρηση του, κατασχέθηκαν οι λογαριασμοί του και πλέον δεν μπορεί να πάρει φορολογική ενημερότητα και να ασκήσει κανένα νέο επάγγελμα», λέει άνθρωπος του περιβάλλοντος του.

Καθημερινό φαινόμενο, πλέον, στα δικαστήρια είναι και εργαζόμενοι οι οποίοι διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους. Το κόστος, όμως, είναι μεγάλο και δεν είναι λίγοι εκείνοι που, με χαρτί και μολύβι, υπολογίζουν αν τελικά τους συμφέρει να αναζητήσουν, μέσω της δικαστικής οδού, το δίκιο τους. Για τη διαδικασία των εργατικών, καταθέτοντας αγωγή, ασφαλιστικά μέτρα και αίτηση προσωρινής διαταγής και φτάνοντας μέχρι τον Άρειο Πάγο πρέπει να καταβάλουν το ποσό των 1.200 ευρώ, χωρίς σε αυτό το ποσό να συμπεριλαμβάνεται η αμοιβή δικηγόρων. Και μετά από μια μακροχρόνια… περιπέτεια, κανείς δεν τους εξασφαλίζει πως θα πάρουν τα χρήματά τους, αφού είναι γεγονός πως πολλοί εργοδότες εμφανίζονται να μην έχουν περιουσιακά στοιχεία.
Στην Ελλάδα της κρίσης, δεν είναι τυχαίο ότι, από τα στοιχεία του Πρωτοδικείου προκύπτει κατακόρυφη αύξηση των συναινετικών διαζυγίων. Και αυτό γιατί πολλά ζευγάρια αποφασίζουν να  βάλουν… νερό στο κρασί τους, παραμερίζοντας τις διαφορές τους, όταν ανακαλύπτουν πως το κόστος ενός κατ’ αντιδικία διαζυγίου (ασφαλιστικά μέτρα, αγωγή, έφεση, διατροφή κλπ.) ξεπερνά τα 2.400 ευρώ, χωρίς σ’ αυτό να συμπεριλαμβάνονται οι αγωγές για το χωρισμό της περιουσίας τους. Η διαδικασία ενός συναινετικού διαζυγίου, εκτός από λιγότερες εντάσεις, έχει και μικρότερο κόστος αφού, δεν ξεπερνά, συνολικά, τα 640 ευρώ.

Τα διαδικαστικά έξοδα, πολλές φορές, αποτρέπουν τους πολίτες να ζητήσουν την προστασία του νόμου ή τους υποχρεώνουν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες να βρουν το δίκιο τους, στη μέση της διαδρομής. Το δικαίωμα της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, όπως κατοχυρώνεται μέσα από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου «μοιάζει, όλο και συχνότερα και συνεχώς για περισσότερους συμπολίτες μας, με ένα μαύρο ανέκδοτο», όπως μας λένε έμπειροι νομικοί στα ζητήματα των ατομικών δικαιωμάτων.

Άνθρωποι που γνωρίζουν καλά το χώρο της δικαιοσύνης υποστηρίζουν πως η καθυστέρηση στην απονομή της μπορεί να λυθεί με αποποινικοποίηση, εξορθολογισμό, διαμεσολάβηση και ενίσχυση των υπηρεσιών. Όσο για το κόστος; Μπορεί να μειωθεί, λένε, μόνο στην περίπτωση που το κράτος σταματήσει να αντιμετωπίζει τη δικαιοσύνη ως μια ανεξάντλητη πηγή εσόδων.